Σάββατο 24 Μαΐου 2014

Venceremos Μιχάλη, venceremos



-Ρε Μιχάλη, πίσω από τα κάγκελα, σα φυλακισμένος είσαι, τού είπα κι εκείνος που είχε έρθει μέχρι εκεί, από το καφέ που τα λέγαμε για ώρες, για να μού κουνήσει μαντήλι μέσα Οκτώβρη του 06, πέρασε τη γροθιά μέσα από τα κάγκελα στο λιμάνι της Νάξου και φώναξε σοβαρός-και το εννοούσε: Venceremos!

Σε λιμάνι τον είχα πρωτοσυναντήσει. Πολλά χρόνια πριν. Στο Νησί. Τότε που πηγαίναμε όλοι στο μώλο, κάθε που ερχόταν καράβι, να δούμε ποιούς θα κατεβάσει. Βγήκε από τη μπουκαπόρτα φορτωμένος: ένα σακίδιο στον ώμο από όπου εξείχε το ψαροντούφεκο και στα χέρια κουβαλούσε αγκομαχώντας την εξωλέμβια. Η φίλη του, μπαταρισμένη από τη μια μεριά, έσερνε έναν τεράστιο σάκο από καραβόπανο. Από αυτόν, λίγο αργότερα στην παραλία έβγαζε ένα διπλωμένο πράμα στο χρώμα της καρμίνας που μετά από ώρες τρομπάρισμα, έγινε φουσκωτό. Μ` αυτό είχε σπεύσει με τέρμα τα ανύπαρκτα γκάζια της μικρής εξωλέμβιας μέχρι απέναντι, στη ξέρα, για να βγάλει στη στεριά ένα μισοπεθαμένο Ιταλό -συνάδελφο, ψαροντουφεκά- που λίγο έλειψε να τον χάσουμε από υποθερμία.

Στην Αθήνα, χειμώνα, σπάνια βρισκόμασταν και συνήθως τυχαία. Στο Νησί όμως σταθερά κάθε χρόνο. Κρασοκατανύξεις με κουβέντες παρά θιν αλός, γλέντια ολονύκτια με χορούς κάτω από έναστρους ουρανούς, καλές ψαριές που πάντα αγωνιούσε αν θα ψηνόταν σωστά και μπαινόβγαινε στην κουζίνα της ταβέρνας μέχρι να φτάσει στο τραπέζι μας η πιατέλα με όσα είχε πιάσει μετά από ώρες στο βυθό. Καλοκαίρια από αυτά μας έκαναν τότε να αντέχουμε τους ενδιάμεσους χειμώνες. Καλοκαίρια που μας θωράκισαν μια και καλή και σήμερα δεν τσακίζουμε.

Μαλάκα, ο γιατρός δε μ` αφήνει να πάρω το φουσκωτό, ήταν η πρώτη κουβέντα που μου είπε πριν δυο μήνες όταν τον συνάντησα στο Comicdom Con Athens που συμμετείχε ως εκδότης. Απρίλης στις αρχές του κι εκείνος και ήδη σκεφτόταν το καλοκαίρι στο Νησί. Στο ένα χέρι είχε τσιγάρο και στο άλλο κρατούσε ένα ποτηράκι ρακή. Με είδε που τα κοίταζα επιτιμητικά, χωρίς όμως να λέω κουβέντα και πέταξε ένα ”δε γαμιέται...” που εκείνη την ώρα το μετέφρασα, “όσο αντέξει αυτή η ρημάδα η καρδιά”

Δεν άντεξε, ούτε μέχρι το καλοκαίρι. Και τώρα που πρέπει να τον αποχαιρετίσω, θα βγάλω κι εγώ με τη σειρά μου γροθιά το χέρι μέσα από τα κάγκελα για να τού πω, εννοώντας το: Venceremos Μιχάλη, venceremos.







2 σχόλια:

kanaliotis είπε...

ή ο κόσμος είναι μικρός ή εμάς δεν μας χωράει.

Τσαλαπετεινός είπε...

kanaliotis: Αυτό ακριβώς Κανάλι...